Εδώ και καιρό αισθάνομαι την ανάγκη να αποσαφηνίσω επαναλαμβανόμενους «μύθους» γύρω από τον κόσμο της ψυχοθεραπείας, της διαδικασίας, δηλαδή, εξερεύνησης, εντοπισμού, αποδοχής και τροποποίησης δυσλειτουργικών πεποιθήσεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών του θεραπευομένου, μέσω της διαπροσωπικής επικοινωνίας με τον ψυχοθεραπευτή.
Μύθος 1: “Αν ξεκινήσω ψυχοθεραπεία θα πει ότι είμαι ψυχικά αδύναμος»
Για την ακρίβεια θα πει ότι είσαι ψυχικά «δυνατός». Χρειάζεται θάρρος να κοιτάξει κανείς τον εαυτό του με ειλικρίνεια και υπερβαίνοντας το «εγώ» του να παραδεχτεί πώς χρειάζεται βοήθεια. Όταν η ζωή μετατρέπεται σε ένα συνεχή αγώνα επιβίωσης, όταν υπάρχει μειωμένη λειτουργικότητα ή ακόμα όταν κάποιες βαθιά ριζωμένες πτυχές της προσωπικότητας δημιουργούν πάσης φύσεως προκλήσεις στην καθημερινότητά σου, είναι η στιγμή που οφείλεις να σταθείς απέναντι στον εαυτό σου και να πεις: “αρκετά, ας κάνω κάτι γι’ αυτό».
Μύθος 2: «Αν ξεκινήσω ψυχοθεραπεία θα πει ότι είμαι ψυχικά διαταραγμένος»
Για την ακρίβεια τα άτομα με πολύ σοβαρά ψυχικά προβλήματα δεν διαθέτουν συνήθως «εναισθησία», δηλαδή επίγνωση του προβλήματος, άρα είναι και πιο σπάνιο να μπουν σε μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Αντιθέτως, σε ψυχοθεραπεία κυρίως οδηγούνται άνθρωποι καθημερινοί, που αντιμετωπίζουν προβλήματα στη δουλειά ή στο σπίτι, μπορεί να έχουν μειωμένη διάθεση, αυξημένο άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση κ.α. Ακόμα, πολλοί ξεκινούν καθαρά για σκοπούς προσωπικής ανάπτυξης και αυτογνωσίας.
Μύθος 3: “Την δουλειά του ειδικού ψυχικής υγείας μπορεί να κάνει και ένας έμπιστος φίλος»
Καλό και θεμιτό να μοιραζόμαστε τους ενδόμυχους μας προβληματισμούς με εμπίστους φίλους, όμως ουδεμία σχέση έχει αυτό με την δουλειά του ψυχοθεραπευτή. Ο ψυχοθεραπευτής λειτουργεί σας ένας αντικειμενικός θεατής στη ζωή του θεραπευόμενου και διαθέτει την απαραίτητη επιστημονική κατάρτιση ώστε να προσεγγίσει με ακρίβεια ένα θέμα. Πρόχειρες συμβουλές από φίλους μπορεί να προβούν και καταστροφικές, αφού ένας φίλος θα προβάλει συνήθως αυτό που νομίζει βάσει των δικών του εμπειριών και ιδιοσυγκρασίας. Επίσης σε αντίθεση με ένα φίλο, ο ψυχοθεραπευτής είναι καταρτισμένος ώστε να είναι σε θέση να διαγνώσει, αν χρειαστεί, το άτομο που έχει απέναντί του, να χορηγήσει τα κατάλληλα ψυχομετρικά εργαλεία και να κρίνει εάν ένα άτομο χρειάζεται να παραπεμφθεί για λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
Μύθος 4: “Ο ψυχοθεραπευτής απλά ακούει και ….πληρώνεται γι’ αυτό»
Ο μύθος αυτός σχετίζεται περισσότερο με την ψυχαναλυτική σχολή όπου ο ψυχοθεραπευτής έπρεπε να λειτουργεί σαν ο «καθρέφτης» του θεραπευόμενου. Χωρίς να υποτιμάται η σημαντικότητα του να έχει κάποιος απέναντι του έναν καλό ακροατή, ο ρόλος του ψυχοθεραπευτή είναι πολύ πιο πολύπλευρος και πολύπλοκος. Ο ψυχοθεραπευτής συμμετέχει ενεργά στην όλη διαδικασία και χρειάζονται μεγάλα αποθέματα ενέργειας, διανοητικής επεξεργασίας, δημιουργικότητας, διαπροσωπικής ευαισθησίας και δια βίου μάθηση ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί επαρκώς.
Μύθος 5: « 1-2 επισκέψεις είναι αρκετές»
Εκτός και αν πρόκειται για επισκέψεις καθαρά συμβουλευτικής μορφής, η ψυχοθεραπεία αποτελεί ένα μεγαλύτερης διάρκειας ταξίδι με συνοδοιπόρο τον ψυχοθεραπευτή. Το ταξίδι αυτό, ανάλογα πάντα με το επικείμενο θέμα, μπορεί να κρατήσει από μήνες μέχρι και χρόνια, αν και ο θεραπευόμενος μπορεί ανά πάσα στιγμή να διακόψει τη συνεργασία.
Μύθος 6: “Ο ψυχοθεραπευτής θα μου λύσει όλα μου τα προβλήματα»
“Μπορείς να οδηγήσεις το άλογο στο νερό αλλά δεν μπορείς να το αναγκάσεις να πιεί”. Σίγουρα ο ψυχοθεραπευτής θα προσφέρει όλα τα απαραίτητα εφόδια και εργαλεία στον θεραπευόμενο, αλλά χρειάζεται και η ισότιμη συνεργασία του ιδίου ως προς την επίτευξη των στόχων, που από κοινού έχουν θέσει.
Συχνά η απόφαση του να ξεκινήσει κανείς ψυχοθεραπεία φαντάζει σαν η τελευταία διέξοδος στην επίλυση των προβλημάτων ενός ατόμου. Αποτελεί, όμως, μια επένδυση αγάπης προς τον εαυτό και μπορεί να είναι η αρχή της ζωής που σου αξίζει.
Γιατί όπως σωστά επισήμανε και ο Γιούγκ:
«Όποιος κοιτάζει προς τα έξω ονειρεύεται. Όποιος κοιτάζει μέσα του, ξυπνάει».