Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα με έντονο ψυχολογικό υπόβαθρο. Πολλά έχουν ειπωθεί για τα παιδιά- «δέκτες», σπάνια όμως συζητιέται το φαινόμενο αυτό σε σχέση με το παιδί-«πομπός», το παιδί που εκφοβίζει.
Ποιο είναι το ψυχολογικό προφίλ του παιδιού αυτού και τι μπορούμε ως γονείς, δάσκαλοι και ως κοινωνία να κάνουμε γι’ αυτό; Γιατί για να αντιμετωπιστεί επαρκώς ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, καλό είναι να εξετάζεται ολιστικά και όχι μονομερώς.
Μπορεί η καλύτερη αντιμετώπιση να είναι η πρόληψη, όμως η αναγνώριση των βασικών γνωρισμάτων του παιδιού που εκδηλώνει εκφοβιστικές συμπεριφορές είναι εξίσου σημαντική. Το παιδί που εκφοβίζει είναι ένα παιδί που έμαθε, λανθασμένα, ότι μπορεί να παίρνει αυτό που θέλει μέσω άσκησης έλεγχου και επίδειξης «δύναμης» προς ομότιμους που συχνά δεν διαθέτουν τα απαραίτητα εργαλεία ώστε να υποστηρίξουν τον εαυτό τους. Συχνά τα παιδιά που εκφοβίζουν είναι ανασφαλή και μέσω της υποτίμησης των άλλων αισθάνονται τα ίδια περισσότερο σημαντικά. Ακόμα έχουν δυσκολία στο να αποδέχονται οποιασδήποτε μορφής διαφορετικότητα, να διαχειρίζονται άβολα για τα ίδια συναισθήματα και να μπαίνουν στην θέση του άλλου.
Σε αρκετές περιπτώσεις η συμπεριφορά αυτή έχει εδραιωθεί μέσω λανθασμένων περιβαλλοντικών προτύπων, μιμούμενοι κάποιες φορές συμπεριφορές που βλέπουν στο σπίτι, σε φίλους ή και από την τηλεόραση. Το φύλο, το κοινωνικό-οικονομικό υπόβαθρο, η σχολική επίδοση και η εμφάνιση του παιδιού αυτού, παίζει μικρό ρόλο ως προς το ποιο είναι το παιδί που εκφοβίζει.
Αφού λοιπόν αντιληφθούμε ότι το παιδί μας προβαίνει σε εκφοβιστικές συμπεριφορές πώς το αντιμετωπίζουμε;
Πρωτίστως, ως γονείς πρέπει να παραδεχθούμε και αποδεχτούμε ότι το παιδί μας αντιμετωπίζει πρόβλημα. Ακολούθως θα πρέπει να μιλήσουμε στο παιδί ώστε να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς του. Θα μπορούσαμε να το βοηθήσουμε να μάθει να μπαίνει στη θέση του άλλου καθώς και τη σημασία της απολογίας, αναλαμβάνοντας έτσι, ευθύνη για τις πράξεις του.
Επίσης θα ήταν καλό να ακούσουμε το παιδί ώστε να καταλάβουμε τους λόγους που το παρακινούν στο να εκφοβίζει: μήπως έχει και το ίδιο υπάρξει θύμα, μήπως πιστεύει ότι με τον τρόπο αυτό φαίνεται δυνατότερο ή μήπως υποκύπτει σε πιέσεις φίλων που επικροτούν τέτοιες συμπεριφορές;
Σημαντικό είναι επίσης να του τονίσουμε, ότι τέτοιες συμπεριφορές στο εξής θα έχουν συνέπειες και ότι μέχρι να επέλθει αλλαγή θα υπάρξει στενή παρακολούθηση και επικοινωνία με το σχολικό περιβάλλον. Επίσης να υιοθετήσουν στάση θετικής ενίσχυσης των θεμιτών συμπεριφορών του παιδιού, μέσω επιβράβευσης.
Επιπρόσθετα θα ήταν καλό να εκπαιδεύσουμε το παιδί σε κοινωνικές δεξιότητες όπως διεκδικητικότητα, αποτελεσματική επικοινωνία, αποδοχή της διαφορετικότητας, δεξιότητες διαχείρισης θυμού και επίλυσης προβλημάτων. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί κυρίως με την βοήθεια του ειδικού ψυχικής υγείας.
Σαν γονείς θα πρέπει με τη σειρά μας να εξετάσουμε τη δική μας συμπεριφορά και να αποτελέσουμε πρότυπο για τα παιδιά μας.
Στο άρθρο αυτό επέλεξα αντί της λέξης θύτης που ταμπελώνει και στιγματίζει, να χρησιμοποιήσω φράσεις όπως το «παιδί που εκφοβίζει» γιατί πρώτον έτσι ξεκαθαρίζουμε ότι έχουμε να κάνουμε με παιδί και κατά δεύτερον αναφερόμαστε σε συμπεριφορές οι οποίες είναι ως επί το πλείστο επίκτητες και μπορούν να αντικατασταθούν με νέες και υγιέστερες.
Αδιαμφισβήτητα ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού είναι η πρόληψη μέσω ψυχοεκπαίδευσης σε μικρή ηλικία, ώστε να δημιουργήσουμε μια κοινωνία που αποδοκιμάζει τον σχολικό εκφοβισμό και ενθαρρύνει την ισότητα, τον σεβασμό και την αλληλεγγύη.